Ο τομέας των χρονομεριστικών μισθώσεων έχει εξελιχτεί και έχουν εμφανιστεί στην αγορά νέα προϊόντα διακοπών. Ο Νόμος επικαιροποιεί και διευκρινίζει τους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών και συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
Ο Νόμος υιοθετεί τους ακόλουθους βασικούς ορισμούς:
Ο Νόμος ενισχύει την προστασία των καταναλωτών, καθώς καλύπτει συμβάσεις για την πώληση προϊόντων χρονομεριστικής μίσθωσης και μακροπρόθεσμων προϊόντων διακοπών στους καταναλωτές. Επίσης, εφαρμόζεται στις συμβάσεις μεταπώλησης και ανταλλαγής χρονομεριδίων και μακροπρόθεσμων προϊόντων διακοπών. Θεσπίζει κανόνες για τη διαφήμιση, την ενημέρωση πριν από τη σύναψη της σύμβασης, καθώς και στο πλαίσιο αυτής, το δικαίωμα υπαναχώρησης και την απαγόρευση των προκαταβολών κατά τη διάρκεια της περιόδου υπαναχώρησης.
Τα βασικά σημεία του Νόμου που ενισχύουν την προστασία του καταναλωτή είναι:
Σαφής ενημέρωση: Εγκαίρως και προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί από οποιαδήποτε σύμβαση, ο έμπορος οφείλει να του παρέχει σαφείς, ακριβείς και επαρκείς πληροφορίες, δωρεάν και μέσω τυποποιημένου εντύπου σε επίσημη γλώσσα της χώρας της ΕΕ όπου βρίσκεται ο καταναλωτής. Το έντυπο θα πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες ειδικά για το προϊόν ή την υπηρεσία, καθώς επίσης και για τα δικαιώματα του καταναλωτή και το συνολικό κόστος. Πρέπει ακόμα να αναφέρει την ύπαρξη δικαιώματος υπαναχώρησης και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ασκηθεί. Οι πληροφορίες αυτές αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σύμβασης.
Σε κάθε διαφήμιση θα πρέπει να αναφέρεται πού παρέχονται πληροφορίες εγγράφως. Σε ό,τι αφορά τις εκδηλώσεις με σκοπό την πώληση:
Δικαίωμα υπαναχώρησης: Πριν από την υπογραφή της σύμβασης, ο έμπορος ενημερώνει ρητώς τον καταναλωτή σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης, την περίοδο υπαναχώρησης και την απαγόρευση προκαταβολών. Οι ρήτρες αυτές υπογράφονται ξεχωριστά. Η σύμβαση πρέπει να περιλαμβάνει ένα χωριστό τυποποιημένο έντυπο υπαναχώρησης, ώστε να διευκολύνεται η υπαναχώρηση από τη σύμβαση.
Ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει χωρίς να αναφέρει τον λόγο εντός 14 ημερών από την υπογραφή ή την παραλαβή της σύμβασης. Η περίοδος υπαναχώρησης παρατείνεται κατά 3 μήνες, στις περιπτώσεις που δεν έχει παρασχεθεί στον καταναλωτή το ενημερωτικό πακέτο, και κατά 1 έτος, εάν δεν παρασχεθεί το έντυπο υπαναχώρησης.
Σε περίπτωση υπαναχώρησης του καταναλωτή, κάθε σύμβαση που συνδέεται με την κύρια σύμβαση λύεται αυτομάτως χωρίς επιπλέον έξοδα.
Πληρωμή: Απαγορεύεται κάθε προκαταβολή, παροχή εγγυήσεων ή αναγνώριση χρέους στον έμπορο ή άλλον τρίτο πριν από το τέλος της περιόδου υπαναχώρησης. Σε ό,τι αφορά τις συμβάσεις μεταπώλησης, κανένα τίμημα δεν καταβάλλεται στον έμπορο πριν πραγματοποιηθεί η πώληση.
Στις συμβάσεις μακροπρόθεσμων προϊόντων διακοπών οι πληρωμές πρέπει να καταβάλλονται σε ετήσιες δόσεις ίσης αξίας. Από την πληρωμή της δεύτερης δόσης και έπειτα, ο καταναλωτής μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κυρώσεις εντός 14 ημερών από την παραλαβή της αίτησης πληρωμής.
Σχετικό Ευρωπαϊκό Δίκαιο:
Οδηγία 2008/122/ΕΚ